Maria Curley

Furman University

George Chapman 9.366-9.377

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-03 17:34:31
  • Modified on 2024-07-22 21:34:03
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English

( 47 ) 45% GRC
( 58 ) 55% GRC - ENG

( 82 ) 50% GRC - ENG
( 82 ) 50% ENG

Chapman 9.398-419

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-04 15:26:56
  • Modified on 2024-07-22 21:34:13
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English
τὸν μὲν ἔπειτʼ ἔρριψεν ἀπὸ ἕο χερσὶν ἀλύων ,
αὐτὰρ Κύκλωπας μεγάλʼ ἤπυεν , οἵ ῥά μιν ἀμφὶς
ᾤκεον ἐν σπήεσσι διʼ ἄκριας ἠνεμοέσσας .
οἱ δὲ βοῆς ἀίοντες ἐφοίτων ἄλλοθεν ἄλλος ,
ἱστάμενοι δʼ εἴροντο περὶ σπέος ὅττι κήδοι ·
τίπτε τόσον , Πολύφημʼ , ἀρημένος ὧδʼ ἐβόησας
νύκτα διʼ ἀμβροσίην καὶ ἀύπνους ἄμμε τίθησθα ;
μή τίς σευ μῆλα βροτῶν ἀέκοντος ἐλαύνει ;
μή τίς σʼ αὐτὸν κτείνει δόλῳ ἠὲ βίηφιν ;
τοὺς δʼ αὖτʼ ἐξ ἄντρου προσέφη κρατερὸς Πολύφημος ·
φίλοι , Οὖτίς με κτείνει δόλῳ οὐδὲ βίηφιν .
οἱ δʼ ἀπαμειβόμενοι ἔπεα πτερόεντʼ ἀγόρευον ·
εἰ μὲν δὴ μή τίς σε βιάζεται οἶον ἐόντα ,
νοῦσον γʼ οὔ πως ἔστι Διὸς μεγάλου ἀλέασθαι ,
ἀλλὰ σύ γʼ εὔχεο πατρὶ Ποσειδάωνι ἄνακτι .
ὣς ἄρʼ ἔφαν ἀπιόντες , ἐμὸν δʼ ἐγέλασσε φίλον κῆρ ,
ὡς ὄνομʼ ἐξαπάτησεν ἐμὸν καὶ μῆτις ἀμύμων .
Κύκλωψ δὲ στενάχων τε καὶ ὠδίνων ὀδύνῃσι
χερσὶ ψηλαφόων ἀπὸ μὲν λίθον εἷλε θυράων ,
αὐτὸς δʼ εἰνὶ θύρῃσι καθέζετο χεῖρε πετάσσας ,
εἴ τινά που μετʼ ὄεσσι λάβοι στείχοντα θύραζε ·
οὕτω γάρ πού μʼ ἤλπετʼ ἐνὶ φρεσὶ νήπιον εἶναι .

( 73 ) 38% GRC
( 119 ) 62% GRC - ENG

( 136 ) 52% GRC - ENG
( 124 ) 48% ENG

Chapman 9.420-436

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-04 20:01:14
  • Modified on 2024-07-22 21:31:58
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English

( 62 ) 44% GRC
( 79 ) 56% GRC - ENG

( 85 ) 54% GRC - ENG
( 71 ) 46% ENG

Chapman 9.444-463

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-05 15:21:10
  • Modified on 2024-07-22 21:32:29
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English
ὕστατος ἀρνειὸς μήλων ἔστειχε θύραζε
λάχνῳ στεινόμενος καὶ ἐμοὶ πυκινὰ φρονέοντι .
τὸν δʼ ἐπιμασσάμενος προσέφη κρατερὸς Πολύφημος ·
κριὲ πέπον , τί μοι ὧδε διὰ σπέος ἔσσυο μήλων
ὕστατος ; οὔ τι πάρος γε λελειμμένος ἔρχεαι οἰῶν ,
ἀλλὰ πολὺ πρῶτος νέμεαι τέρενʼ ἄνθεα ποίης
μακρὰ βιβάς , πρῶτος δὲ ῥοὰς ποταμῶν ἀφικάνεις ,
πρῶτος δὲ σταθμόνδε λιλαίεαι ἀπονέεσθαι
ἑσπέριος · νῦν αὖτε πανύστατος . σύ γʼ ἄνακτος
ὀφθαλμὸν ποθέεις , τὸν ἀνὴρ κακὸς ἐξαλάωσε
σὺν λυγροῖς ἑτάροισι δαμασσάμενος φρένας οἴνῳ ,
Οὖτις , ὃν οὔ πώ φημι πεφυγμένον εἶναι ὄλεθρον .
εἰ δὴ ὁμοφρονέοις ποτιφωνήεις τε γένοιο
εἰπεῖν ὅππῃ κεῖνος ἐμὸν μένος ἠλασκάζει ·
τῷ κέ οἱ ἐγκέφαλός γε διὰ σπέος ἄλλυδις ἄλλῃ
θεινομένου ῥαίοιτο πρὸς οὔδεϊ , κὰδ δέ κʼ ἐμὸν κῆρ
λωφήσειε κακῶν , τά μοι οὐτιδανὸς πόρεν Οὖτις .
ὣς εἰπὼν τὸν κριὸν ἀπὸ ἕο πέμπε θύραζε .
ἐλθόντες δʼ ἠβαιὸν ἀπὸ σπείους τε καὶ αὐλῆς
πρῶτος ὑπʼ ἀρνειοῦ λυόμην , ὑπέλυσα δʼ ἑταίρους .

( 60 ) 37% GRC
( 101 ) 63% GRC - ENG

( 109 ) 45% GRC - ENG
( 132 ) 55% ENG

Chapman 9.464-479

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-05 20:15:27
  • Modified on 2024-07-22 21:28:54
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English

( 54 ) 40% GRC
( 82 ) 60% GRC - ENG

( 89 ) 46% GRC - ENG
( 105 ) 54% ENG

Chapman 9.480-499

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-06 15:17:26
  • Modified on 2024-07-25 00:33:47
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English
ὣς ἐφάμην , δʼ ἔπειτα χολώσατο κηρόθι μᾶλλον ,
ἧκε δʼ ἀπορρήξας κορυφὴν ὄρεος μεγάλοιο ,
κὰδ δʼ ἔβαλε προπάροιθε νεὸς κυανοπρῴροιο
τυτθόν , ἐδεύησεν δʼ οἰήιον ἄκρον ἱκέσθαι ,
ἐκλύσθη δὲ θάλασσα κατερχομένης ὑπὸ πέτρης ·
τὴν δʼ αἶψʼ ἤπειρόνδε παλιρρόθιον φέρε κῦμα ,
πλημυρὶς ἐκ πόντοιο , θέμωσε δὲ χέρσον ἱκέσθαι .
αὐτὰρ ἐγὼ χείρεσσι λαβὼν περιμήκεα κοντὸν
ὦσα παρέξ , ἑτάροισι δʼ ἐποτρύνας ἐκέλευσα
ἐμβαλέειν κώπῃς , ἵνʼ ὑπὲκ κακότητα φύγοιμεν ,
κρατὶ κατανεύων · οἱ δὲ προπεσόντες ἔρεσσον .
ἀλλʼ ὅτε δὴ δὶς τόσσον ἅλα πρήσσοντες ἀπῆμεν ,
καὶ τότε δὴ Κύκλωπα προσηύδων · ἀμφὶ δʼ ἑταῖροι
μειλιχίοις ἐπέεσσιν ἐρήτυον ἄλλοθεν ἄλλος ·
σχέτλιε , τίπτʼ ἐθέλεις ἐρεθιζέμεν ἄγριον ἄνδρα ;
ὃς καὶ νῦν πόντονδε βαλὼν βέλος ἤγαγε νῆα
αὖτις ἐς ἤπειρον , καὶ δὴ φάμεν αὐτόθʼ ὀλέσθαι .
εἰ δὲ φθεγξαμένου τευ αὐδήσαντος ἄκουσε ,
σύν κεν ἄραξʼ ἡμέων κεφαλὰς καὶ νήια δοῦρα
μαρμάρῳ ὀκριόεντι βαλών · τόσσον γὰρ ἵησιν .

( 66 ) 42% GRC
( 92 ) 58% GRC - ENG

( 112 ) 43% GRC - ENG
( 151 ) 57% ENG

Chapman 9.500-9.521

Maria Curley /
  • Created on 2024-06-06 22:44:59
  • Modified on 2024-07-22 21:28:37
  • Translated by George Chapman (1615)
  • Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English
ὣς φάσαν , ἀλλʼ οὐ πεῖθον ἐμὸν μεγαλήτορα θυμόν ,
ἀλλά μιν ἄψορρον προσέφην κεκοτηότι θυμῷ ·
Κύκλωψ , αἴ κέν τίς σε καταθνητῶν ἀνθρώπων
ὀφθαλμοῦ εἴρηται ἀεικελίην ἀλαωτύν ,
φάσθαι Ὀδυσσῆα πτολιπόρθιον ἐξαλαῶσαι ,
υἱὸν Λαέρτεω , Ἰθάκῃ ἔνι οἰκίʼ ἔχοντα .
ὣς ἐφάμην , δέ μʼ οἰμώξας ἠμείβετο μύθῳ ·
πόποι , μάλα δή με παλαίφατα θέσφαθʼ ἱκάνει .
ἔσκε τις ἐνθάδε μάντις ἀνὴρ ἠύς τε μέγας τε ,
Τήλεμος Εὐρυμίδης , ὃς μαντοσύνῃ ἐκέκαστο
καὶ μαντευόμενος κατεγήρα Κυκλώπεσσιν ·
ὅς μοι ἔφη τάδε πάντα τελευτήσεσθαι ὀπίσσω ,
χειρῶν ἐξ Ὀδυσῆος ἁμαρτήσεσθαι ὀπωπῆς .
ἀλλʼ αἰεί τινα φῶτα μέγαν καὶ καλὸν ἐδέγμην
ἐνθάδʼ ἐλεύσεσθαι , μεγάλην ἐπιειμένον ἀλκήν ·
νῦν δέ μʼ ἐὼν ὀλίγος τε καὶ οὐτιδανὸς καὶ ἄκικυς
ὀφθαλμοῦ ἀλάωσεν , ἐπεί μʼ ἐδαμάσσατο οἴνῳ .
ἀλλʼ ἄγε δεῦρʼ , Ὀδυσεῦ , ἵνα τοι πὰρ ξείνια θείω
πομπήν τʼ ὀτρύνω δόμεναι κλυτὸν ἐννοσίγαιον ·
τοῦ γὰρ ἐγὼ πάϊς εἰμί , πατὴρ δʼ ἐμὸς εὔχεται εἶναι .
αὐτὸς δʼ , αἴ κʼ ἐθέλῃσʼ , ἰήσεται , οὐδέ τις ἄλλος
οὔτε θεῶν μακάρων οὔτε θνητῶν ἀνθρώπων .
Thus urg’d they
Impossible things , in fear ; but I gave way
To that wrath which so long I held deprest ,
By great necessity conquer’d , in my breast :
‘Cyclop ! if any ask thee , who impos’d
Th’ unsightly blemish that thine eye enclos’d ,
Say that Ulysses , old Laertes’ son ,
Whose seat is Ithaca , and who hath won
Surname of City-razer , bor’d it out .
At this , he bray’d so loud , that round about
He drave affrighted echoes through the air ,
And said : ‘O beast ! I was premonish’d fair ,
By aged prophecy , in one that was
A great and good man , this should come to pass ;
And how ’tis prov’d now ! Augur Telemus ,
Surnam’d Eurymides ( that spent with us
His age in augury , and did exceed
In all presage of truth ) said all this deed
Should this event take , author’d by the hand
Of one Ulysses , who I thought was mann’d
With great and goodly personage , and bore
A virtue answerable ; and this shore
Should shake with weight of such a conqueror ;
When now a weakling came , a dwarfy thing ,
A thing of nothing ; who yet wit did bring ,
That brought supply to all , and with his wine
Put out the flame where all my light did shine .
Come , land again , Ulysses ! that my hand
May guest-rites give thee , and the great command ,
That Neptune hath at sea , I may convert
To the deduction where abides thy heart ,
With my solicitings , whose son I am ,
And whose fame boasts to bear my father’s name .
Nor think my hurt offends me , for my sire
Can soon repose in it the visual fire ,
At his free pleasure ; which no pow’r beside
Can boast , of men , or of the Deified .

( 71 ) 39% GRC
( 110 ) 61% GRC - ENG

( 120 ) 35% GRC - ENG
( 219 ) 65% ENG