Butler 9.420-436
Maria Curley /
- Created on 2024-06-25 19:58:45
- Modified on 2024-08-01 01:35:48
- Translated by Samuel Butler (1900)
- Aligned by Maria Curley
Ἑλληνική Transliterate
English
αὐτὰρ ἐγὼ βούλευον , ὅπως ὄχʼ ἄριστα γένοιτο ,
εἴ τινʼ ἑταίροισιν θανάτου λύσιν ἠδʼ ἐμοὶ αὐτῷ
εὑροίμην · πάντας δὲ δόλους καὶ μῆτιν ὕφαινον
ὥς τε περὶ ψυχῆς · μέγα γὰρ κακὸν ἐγγύθεν ἦεν .
ἥδε δέ μοι κατὰ θυμὸν ἀρίστη φαίνετο βουλή .
ἄρσενες ὄιες ἦσαν ἐυτρεφέες , δασύμαλλοι ,
καλοί τε μεγάλοι τε , ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχοντες ·
τοὺς ἀκέων συνέεργον ἐυστρεφέεσσι λύγοισιν ,
τῇς ἔπι Κύκλωψ εὗδε πέλωρ , ἀθεμίστια εἰδώς ,
σύντρεις αἰνύμενος · ὁ μὲν ἐν μέσῳ ἄνδρα φέρεσκε ,
τὼ δʼ ἑτέρω ἑκάτερθεν ἴτην σώοντες ἑταίρους .
τρεῖς δὲ ἕκαστον φῶτʼ ὄιες φέρον · αὐτὰρ ἐγώ γε—
ἀρνειὸς γὰρ ἔην μήλων ὄχʼ ἄριστος ἁπάντων ,
τοῦ κατὰ νῶτα λαβών , λασίην ὑπὸ γαστέρʼ ἐλυσθεὶς
κείμην · αὐτὰρ χερσὶν ἀώτου θεσπεσίοιο
νωλεμέως στρεφθεὶς ἐχόμην τετληότι θυμῷ .
ὣς τότε μὲν στενάχοντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν .
εἴ τινʼ ἑταίροισιν θανάτου λύσιν ἠδʼ ἐμοὶ αὐτῷ
εὑροίμην · πάντας δὲ δόλους καὶ μῆτιν ὕφαινον
ὥς τε περὶ ψυχῆς · μέγα γὰρ κακὸν ἐγγύθεν ἦεν .
ἥδε δέ μοι κατὰ θυμὸν ἀρίστη φαίνετο βουλή .
ἄρσενες ὄιες ἦσαν ἐυτρεφέες , δασύμαλλοι ,
καλοί τε μεγάλοι τε , ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχοντες ·
τοὺς ἀκέων συνέεργον ἐυστρεφέεσσι λύγοισιν ,
τῇς ἔπι Κύκλωψ εὗδε πέλωρ , ἀθεμίστια εἰδώς ,
σύντρεις αἰνύμενος · ὁ μὲν ἐν μέσῳ ἄνδρα φέρεσκε ,
τὼ δʼ ἑτέρω ἑκάτερθεν ἴτην σώοντες ἑταίρους .
τρεῖς δὲ ἕκαστον φῶτʼ ὄιες φέρον · αὐτὰρ ἐγώ γε—
ἀρνειὸς γὰρ ἔην μήλων ὄχʼ ἄριστος ἁπάντων ,
τοῦ κατὰ νῶτα λαβών , λασίην ὑπὸ γαστέρʼ ἐλυσθεὶς
κείμην · αὐτὰρ χερσὶν ἀώτου θεσπεσίοιο
νωλεμέως στρεφθεὶς ἐχόμην τετληότι θυμῷ .
ὣς τότε μὲν στενάχοντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν .
"
As
for
myself
I
kept
on
puzzling
to
think
how
I
could
best
save
my
own
life
and
those
of
my
companions
;
I
schemed
and
schemed
,
as
one
who
knows
that
his
life
depends
upon
it
,
for
the
danger
was
very
great
.
In
the
end
I
deemed
that
this
plan
would
be
the
best
.
The
male
sheep
were
well
grown
,
and
carried
a
heavy
black
fleece
,
so
I
bound
them
noiselessly
in
threes
together
,
with
some
of
the
withies
on
which
the
wicked
monster
used
to
sleep
.
There
was
to
be
a
man
under
the
middle
sheep
,
and
the
two
on
either
side
were
to
cover
him
,
so
that
there
were
three
sheep
to
each
man
.
As
for
myself
there
was
a
ram
finer
than
any
of
the
others
,
so
I
caught
hold
of
him
by
the
back
,
esconced
myself
in
the
thick
wool
under
his
belly
,
and
flung
on
patiently
to
his
fleece
,
face
upwards
,
keeping
a
firm
hold
on
it
all
the
time
.
" Thus , then , did we wait in great fear of mind till morning came ,
" Thus , then , did we wait in great fear of mind till morning came ,