Iliad (1.1 - 1.67)
Bella Hwang /
- Created on 2020-06-09 19:35:06
- Modified on 2020-06-26 20:10:56
- Translated by 김대웅 (Daewoong Kim)
- Aligned by Bella Hwang
Ἑλληνική Transliterate
Ἑλληνική Transliterate
μῆνιν ἄειδε θεὰ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην , ἣ μυρίʼ Ἀχαιοῖς ἄλγεʼ ἔθηκε ,
πολλὰς δʼ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων , αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι , Διὸς δʼ ἐτελείετο βουλή ,
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς .
τίς τʼ ἄρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι ;
Λητοῦς καὶ Διὸς υἱός · ὃ γὰρ βασιλῆϊ χολωθεὶς
νοῦσον ἀνὰ στρατὸν ὄρσε κακήν , ὀλέκοντο δὲ λαοί ,
οὕνεκα τὸν Χρύσην ἠτίμασεν ἀρητῆρα
Ἀτρεΐδης · ὃ γὰρ ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
λυσόμενός τε θύγατρα φέρων τʼ ἀπερείσιʼ ἄποινα ,
στέμματʼ ἔχων ἐν χερσὶν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
χρυσέῳ ἀνὰ σκήπτρῳ , καὶ λίσσετο πάντας Ἀχαιούς ,
Ἀτρεΐδα δὲ μάλιστα δύω , κοσμήτορε λαῶν ·
Ἀτρεΐδαι τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοί ,
ὑμῖν μὲν θεοὶ δοῖεν Ὀλύμπια δώματʼ ἔχοντες
ἐκπέρσαι Πριάμοιο πόλιν , εὖ δʼ οἴκαδʼ ἱκέσθαι ·
παῖδα δʼ ἐμοὶ λύσαιτε φίλην , τὰ δʼ ἄποινα δέχεσθαι ,
ἁζόμενοι Διὸς υἱὸν ἑκηβόλον Ἀπόλλωνα .
ἔνθʼ ἄλλοι μὲν πάντες ἐπευφήμησαν Ἀχαιοὶ
αἰδεῖσθαί θʼ ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα ·
ἀλλʼ οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ ,
ἀλλὰ κακῶς ἀφίει , κρατερὸν δʼ ἐπὶ μῦθον ἔτελλε ·
μή σε γέρον κοίλῃσιν ἐγὼ παρὰ νηυσὶ κιχείω
ἢ νῦν δηθύνοντʼ ἢ ὕστερον αὖτις ἰόντα ,
μή νύ τοι οὐ χραίσμῃ σκῆπτρον καὶ στέμμα θεοῖο ·
τὴν δʼ ἐγὼ οὐ λύσω · πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν
ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ τηλόθι πάτρης
ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν ·
ἀλλʼ ἴθι μή μʼ ἐρέθιζε σαώτερος ὥς κε νέηαι .
ὣς ἔφατʼ , ἔδεισεν δʼ ὃ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ ·
βῆ δʼ ἀκέων παρὰ θῖνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης ·
πολλὰ δʼ ἔπειτʼ ἀπάνευθε κιὼν ἠρᾶθʼ ὃ γεραιὸς
Ἀπόλλωνι ἄνακτι , τὸν ἠΰκομος τέκε Λητώ ·
κλῦθί μευ ἀργυρότοξʼ , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας
Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις ,
Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντʼ ἐπὶ νηὸν ἔρεψα ,
ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρίʼ ἔκηα
ταύρων ἠδʼ αἰγῶν , τὸ δέ μοι κρήηνον ἐέλδωρ ·
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν .
ὣς ἔφατʼ εὐχόμενος , τοῦ δʼ ἔκλυε Φοῖβος Ἀπόλλων ,
βῆ δὲ κατʼ Οὐλύμποιο καρήνων χωόμενος κῆρ ,
τόξʼ ὤμοισιν ἔχων ἀμφηρεφέα τε φαρέτρην ·
ἔκλαγξαν δʼ ἄρʼ ὀϊστοὶ ἐπʼ ὤμων χωομένοιο ,
αὐτοῦ κινηθέντος · ὃ δʼ ἤϊε νυκτὶ ἐοικώς .
ἕζετʼ ἔπειτʼ ἀπάνευθε νεῶν , μετὰ δʼ ἰὸν ἕηκε ·
δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετʼ ἀργυρέοιο βιοῖο ·
οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς ,
αὐτὰρ ἔπειτʼ αὐτοῖσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιεὶς
βάλλʼ · αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί .
ἐννῆμαρ μὲν ἀνὰ στρατὸν ᾤχετο κῆλα θεοῖο ,
τῇ δεκάτῃ δʼ ἀγορὴν δὲ καλέσσατο λαὸν Ἀχιλλεύς ·
τῷ γὰρ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη ·
κήδετο γὰρ Δαναῶν , ὅτι ῥα θνήσκοντας ὁρᾶτο .
οἳ δʼ ἐπεὶ οὖν ἤγερθεν ὁμηγερέες τε γένοντο ,
τοῖσι δʼ ἀνιστάμενος μετέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς ·
Ἀτρεΐδη νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀΐω
ἂψ ἀπονοστήσειν , εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν ,
εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς ·
ἀλλʼ ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα
ἢ καὶ ὀνειροπόλον , καὶ γάρ τʼ ὄναρ ἐκ Διός ἐστιν ,
ὅς κʼ εἴποι ὅ τι τόσσον ἐχώσατο Φοῖβος Ἀπόλλων ,
εἴτʼ ἄρʼ ὅ γʼ εὐχωλῆς ἐπιμέμφεται ἠδʼ ἑκατόμβης ,
αἴ κέν πως ἀρνῶν κνίσης αἰγῶν τε τελείων
βούλεται ἀντιάσας ἡμῖν ἀπὸ λοιγὸν ἀμῦναι .
οὐλομένην , ἣ μυρίʼ Ἀχαιοῖς ἄλγεʼ ἔθηκε ,
πολλὰς δʼ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων , αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι , Διὸς δʼ ἐτελείετο βουλή ,
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς .
τίς τʼ ἄρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι ;
Λητοῦς καὶ Διὸς υἱός · ὃ γὰρ βασιλῆϊ χολωθεὶς
νοῦσον ἀνὰ στρατὸν ὄρσε κακήν , ὀλέκοντο δὲ λαοί ,
οὕνεκα τὸν Χρύσην ἠτίμασεν ἀρητῆρα
Ἀτρεΐδης · ὃ γὰρ ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
λυσόμενός τε θύγατρα φέρων τʼ ἀπερείσιʼ ἄποινα ,
στέμματʼ ἔχων ἐν χερσὶν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
χρυσέῳ ἀνὰ σκήπτρῳ , καὶ λίσσετο πάντας Ἀχαιούς ,
Ἀτρεΐδα δὲ μάλιστα δύω , κοσμήτορε λαῶν ·
Ἀτρεΐδαι τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοί ,
ὑμῖν μὲν θεοὶ δοῖεν Ὀλύμπια δώματʼ ἔχοντες
ἐκπέρσαι Πριάμοιο πόλιν , εὖ δʼ οἴκαδʼ ἱκέσθαι ·
παῖδα δʼ ἐμοὶ λύσαιτε φίλην , τὰ δʼ ἄποινα δέχεσθαι ,
ἁζόμενοι Διὸς υἱὸν ἑκηβόλον Ἀπόλλωνα .
ἔνθʼ ἄλλοι μὲν πάντες ἐπευφήμησαν Ἀχαιοὶ
αἰδεῖσθαί θʼ ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα ·
ἀλλʼ οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ ,
ἀλλὰ κακῶς ἀφίει , κρατερὸν δʼ ἐπὶ μῦθον ἔτελλε ·
μή σε γέρον κοίλῃσιν ἐγὼ παρὰ νηυσὶ κιχείω
ἢ νῦν δηθύνοντʼ ἢ ὕστερον αὖτις ἰόντα ,
μή νύ τοι οὐ χραίσμῃ σκῆπτρον καὶ στέμμα θεοῖο ·
τὴν δʼ ἐγὼ οὐ λύσω · πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν
ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ τηλόθι πάτρης
ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν ·
ἀλλʼ ἴθι μή μʼ ἐρέθιζε σαώτερος ὥς κε νέηαι .
ὣς ἔφατʼ , ἔδεισεν δʼ ὃ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ ·
βῆ δʼ ἀκέων παρὰ θῖνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης ·
πολλὰ δʼ ἔπειτʼ ἀπάνευθε κιὼν ἠρᾶθʼ ὃ γεραιὸς
Ἀπόλλωνι ἄνακτι , τὸν ἠΰκομος τέκε Λητώ ·
κλῦθί μευ ἀργυρότοξʼ , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας
Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις ,
Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντʼ ἐπὶ νηὸν ἔρεψα ,
ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρίʼ ἔκηα
ταύρων ἠδʼ αἰγῶν , τὸ δέ μοι κρήηνον ἐέλδωρ ·
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν .
ὣς ἔφατʼ εὐχόμενος , τοῦ δʼ ἔκλυε Φοῖβος Ἀπόλλων ,
βῆ δὲ κατʼ Οὐλύμποιο καρήνων χωόμενος κῆρ ,
τόξʼ ὤμοισιν ἔχων ἀμφηρεφέα τε φαρέτρην ·
ἔκλαγξαν δʼ ἄρʼ ὀϊστοὶ ἐπʼ ὤμων χωομένοιο ,
αὐτοῦ κινηθέντος · ὃ δʼ ἤϊε νυκτὶ ἐοικώς .
ἕζετʼ ἔπειτʼ ἀπάνευθε νεῶν , μετὰ δʼ ἰὸν ἕηκε ·
δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετʼ ἀργυρέοιο βιοῖο ·
οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς ,
αὐτὰρ ἔπειτʼ αὐτοῖσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιεὶς
βάλλʼ · αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί .
ἐννῆμαρ μὲν ἀνὰ στρατὸν ᾤχετο κῆλα θεοῖο ,
τῇ δεκάτῃ δʼ ἀγορὴν δὲ καλέσσατο λαὸν Ἀχιλλεύς ·
τῷ γὰρ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη ·
κήδετο γὰρ Δαναῶν , ὅτι ῥα θνήσκοντας ὁρᾶτο .
οἳ δʼ ἐπεὶ οὖν ἤγερθεν ὁμηγερέες τε γένοντο ,
τοῖσι δʼ ἀνιστάμενος μετέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς ·
Ἀτρεΐδη νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀΐω
ἂψ ἀπονοστήσειν , εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν ,
εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς ·
ἀλλʼ ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα
ἢ καὶ ὀνειροπόλον , καὶ γάρ τʼ ὄναρ ἐκ Διός ἐστιν ,
ὅς κʼ εἴποι ὅ τι τόσσον ἐχώσατο Φοῖβος Ἀπόλλων ,
εἴτʼ ἄρʼ ὅ γʼ εὐχωλῆς ἐπιμέμφεται ἠδʼ ἑκατόμβης ,
αἴ κέν πως ἀρνῶν κνίσης αἰγῶν τε τελείων
βούλεται ἀντιάσας ἡμῖν ἀπὸ λοιγὸν ἀμῦναι .
오
,
시의
여신
(
Musae
무사이
,
Muse
뮤즈
)
이여
,
분노를
노래해주오
.
펠레우스의
아들
아킬레우스의
저주스런
분노
때문에
아카이아
(
Achaea
;
고대
그리스
)
군은
엄청난
고통을
받고
용감한
병사들이
수없이
죽어갔다
.
그리고
그들의
시체는
들개와
독수리의
밥이
되었다
.
아트레우스의
아들
아가멤논과
용감한
아킬레우스가
서로
말다툼하고
헤어진
뒤부터
제우스는
자신이
의도한
바를
이루어가고
있었다
.
이 두 사람을 싸우게 한 신은 아폴론이었다 . 그리고 사제 크리세스 ( Chryses ) 를 모욕한 아가멤논에게 재앙을 내리고 아카이아 군에 역병을 퍼트려 수많은 병사들을 쓰러트렸다 .
크리세스는 아폴론의 상징인 황금 지팡이를 들고 아카이아 군에게 사로잡힌 딸 크리세이스 ( Chryseis ) 를 찾아오기 위해 아카이아 군 진영으로 갔다 . 그는 아트레우스 ( Atreus ) 아르고스의 군주이다 . 아가멤논과 메넬라오스의 아버지 또는 할아버지 ) 가문의 두 왕에게 간청하면서 말했다 .
" 아트레우스 가문의 여러분 , 그리고 용감한 아카이아 군의 어른들이여 , 올림포스 신들이 당신네들에게 프리아모스 성의 함락을 승낙하시도록 , 그리고 무사히 귀향하시도록 빌겠습니다 . 몸값을 지불할 테니 내 딸을 돌려주시오 . 제우스의 아들이자 궁술의 신 아폴론의 권위와 나의 청원을 들어주시오 . "
그러자 아카이아 군의 장군들은 모두 그에게 경의를 표하고 몸값을 받아야 한다고 아가멤논에게 말했다 . 그러나 아가멤논은 분노하여 그에게 폭언을 퍼부었다 .
" 이봐 , 노인장 . 내가 더 이상 당신을 보지 않도록 하시오 . 계속 이곳에 있거나 나중에 다시 찾아온다면 신의 지팡이도 당신을 지켜주지 못할 것이오 . 그리고 나는 그대의 딸을 돌려주지 않을 테니 썩 돌아가시오 ! 무사히 돌아가고 싶거든 더 이상 나를 화나게 만들지 마시오 . "
겁을 먹은 크리세스는 일단 그 말에 복종했으나 곧바로 아폴론 신에게 기도를 올렸다 .
" 궁술의 신이여 , 저의 소원을 들어주십시오 . 예전에 제가 신전 지붕을 고쳐드리고 살찐 암소와 산양을 제물로 바친 적이 있으니 제 소원을 들어주십시오 . 제 눈물의 앙갚음을 할 수 있도록 해 주십시오 . "
그러자 아폴론은 진노하며 활을 들고 올림포스 산 봉우리를 내려왔다 . 아폴론은 아카이아 군의 진지 가까이 오자 화살을 쏘아대기 시작했다 . 그 화살은 역병의 화살이었으니 병사들은 하나둘씩 쓰러져갔다 .
아폴론의 화살은 아흐레 동안이나 진중을 싹쓸이했다 . 열흘째 되는 날 , 자꾸 쓰러져 가는 병사들을 보고 딱한 생각이 든 헤라는 아킬레우스를 충동질해서 무사들을 한데 모으도록 했다 . 병사들이 뭉치자 아킬레우스가 말했다 .
" 이제 우리들이 격퇴당했으니 비록 우리가 죽음을 면했다 하더라도 , 싸움과 질병이 하나가 되어 아카이아 군을 패배시키려고 한다면 고향으로 돌아갈 수밖에 없다고 생각합니다 . 그러니 점쟁이나 사제 , 그렇지 않으면 해몽가에게 물어 봅시다 . 꿈은 최고의 신 제우스께서 주신 것입니다 . 그들에게 물어 본다면 아폴론이 왜 이리 분노했는지 알려 줄 겁니다 . 그리고 새끼 염소나 살찐 산양의 기름진 살을 구운 연기를 받으시고 우리의 역병을 없애 주실 수 있는지 말해 줄 겁니다 . "
이 두 사람을 싸우게 한 신은 아폴론이었다 . 그리고 사제 크리세스 ( Chryses ) 를 모욕한 아가멤논에게 재앙을 내리고 아카이아 군에 역병을 퍼트려 수많은 병사들을 쓰러트렸다 .
크리세스는 아폴론의 상징인 황금 지팡이를 들고 아카이아 군에게 사로잡힌 딸 크리세이스 ( Chryseis ) 를 찾아오기 위해 아카이아 군 진영으로 갔다 . 그는 아트레우스 ( Atreus ) 아르고스의 군주이다 . 아가멤논과 메넬라오스의 아버지 또는 할아버지 ) 가문의 두 왕에게 간청하면서 말했다 .
" 아트레우스 가문의 여러분 , 그리고 용감한 아카이아 군의 어른들이여 , 올림포스 신들이 당신네들에게 프리아모스 성의 함락을 승낙하시도록 , 그리고 무사히 귀향하시도록 빌겠습니다 . 몸값을 지불할 테니 내 딸을 돌려주시오 . 제우스의 아들이자 궁술의 신 아폴론의 권위와 나의 청원을 들어주시오 . "
그러자 아카이아 군의 장군들은 모두 그에게 경의를 표하고 몸값을 받아야 한다고 아가멤논에게 말했다 . 그러나 아가멤논은 분노하여 그에게 폭언을 퍼부었다 .
" 이봐 , 노인장 . 내가 더 이상 당신을 보지 않도록 하시오 . 계속 이곳에 있거나 나중에 다시 찾아온다면 신의 지팡이도 당신을 지켜주지 못할 것이오 . 그리고 나는 그대의 딸을 돌려주지 않을 테니 썩 돌아가시오 ! 무사히 돌아가고 싶거든 더 이상 나를 화나게 만들지 마시오 . "
겁을 먹은 크리세스는 일단 그 말에 복종했으나 곧바로 아폴론 신에게 기도를 올렸다 .
" 궁술의 신이여 , 저의 소원을 들어주십시오 . 예전에 제가 신전 지붕을 고쳐드리고 살찐 암소와 산양을 제물로 바친 적이 있으니 제 소원을 들어주십시오 . 제 눈물의 앙갚음을 할 수 있도록 해 주십시오 . "
그러자 아폴론은 진노하며 활을 들고 올림포스 산 봉우리를 내려왔다 . 아폴론은 아카이아 군의 진지 가까이 오자 화살을 쏘아대기 시작했다 . 그 화살은 역병의 화살이었으니 병사들은 하나둘씩 쓰러져갔다 .
아폴론의 화살은 아흐레 동안이나 진중을 싹쓸이했다 . 열흘째 되는 날 , 자꾸 쓰러져 가는 병사들을 보고 딱한 생각이 든 헤라는 아킬레우스를 충동질해서 무사들을 한데 모으도록 했다 . 병사들이 뭉치자 아킬레우스가 말했다 .
" 이제 우리들이 격퇴당했으니 비록 우리가 죽음을 면했다 하더라도 , 싸움과 질병이 하나가 되어 아카이아 군을 패배시키려고 한다면 고향으로 돌아갈 수밖에 없다고 생각합니다 . 그러니 점쟁이나 사제 , 그렇지 않으면 해몽가에게 물어 봅시다 . 꿈은 최고의 신 제우스께서 주신 것입니다 . 그들에게 물어 본다면 아폴론이 왜 이리 분노했는지 알려 줄 겁니다 . 그리고 새끼 염소나 살찐 산양의 기름진 살을 구운 연기를 받으시고 우리의 역병을 없애 주실 수 있는지 말해 줄 겁니다 . "