treat
(English)
Frequency: 22
Translations:
- Ἑλληνική : πείσονται (1), πιστότατα (1), χρῆται (1), χρῆσθαι (2), πεποίηκας (1), ποιῇ (1), ἔδρων (1), ξενίζεται (1), περὶ (4), ποιεῖν (1), σιξυτ (1), ἀδικεῖ (1), οὕτω (1), μέντοι (1), χωριστὸν (1), ἄγειν (1)
- Deutsch : behandeln (1)
- français : traiter se (1)