listen
(English)
Frequency: 84
Translations:
- فارسی : نیوش (1), بشنو (1), بشنوی (1)
- Ἑλληνική : ἄκουέ (5), ἀκούειν (5), ἀκούεις (2), ἄκουσον (4), ἀκούσαθ᾽ (3), ἄκουε (5), ἀγοὶ (1), ἀκρόασιν (2), ἀκροᾶσθαι (1), ἀκροασόμενοι (1), πειθόμενοι (1), πεισθῆτε (1), ἀκροάσασθαι (1), ἀκοῦσαι (3), κακοτεχνῆσαι (1), μἀλλα᾽ (1), ἀκούσωμεν (1), ὦγαθοί (1), ἀκούσομαι (2), ἀκούσω (1), ἠκούσατε (1), ἀκούετε (2), περιεστώτων (1), λέγω (1), ἀκροασώμεθα (1), πύθεσθέ (1), ἀκοῦσαί (1), ᾽ (2), ἐπάκουσον (1), βρύλλων (1), οἶσθ᾽ (1), πρόσεχε (1), προσέχειν (1), ἀκούων (1), ἀκροωμένου (1), ἀκούσατ᾽ (1), ἀκούετ᾽ (1), ἠκούσαθ᾽ (1), νῦν (1), ἄκουσόν (1), πεῖθον (1), κλύειν (1), ἀκουάζωνται (1), πιθοῦ (1), λίσσομαί (1), ἀκούσῃ (1), πείσομαι (1)
- English : Listen (1), hear (1), I implore (1), listen (1)
- italiano : ascoltare (1), tendon l ' orecchio (1)
- Latin : audias (2), audite (2)