lie
(English)
Frequency: 46
Translations:
- Ἑλληνική : κεῖσαι (2), κεῖται (2), ψεύσομαι (1), κείσῃ (1), Σησάμα (1), ἰώ (1), ψευδῆ (1), κακὸν (1), ἀποθανὼν (1), ψευδόμενος (1), ἀλαζονευμάτων (1), κείσομαι (1), φράζει (1), . (1), ἀναβάδην (1), δ᾽ (1), ψεύδονται (1), ψεῦδος (4), κειμένων (1), κεῖνται (1), ναίεις (1), εὐνῶμαι (1), δεδαίαται (1), κατεύδω (1), κατεύδω (1), καταψεύδου (1), ἐψεύσατο (1), συγγίγνεσθαι’ (1)
- English : abide (1), I lie (1), false (1), a tale (1), recline (1)
- Latin : mendacium (1), mendacia (1), mendacio (1), recumbat (1), iacent (1)
- 中文 : 卧 (1), 入 眠 (1)
- Deutsch : liegen (1)