just
(English)
Frequency: 197
Translations:
- Ἑλληνική : ἀρτίως (5), δικαίως (1), δικαίας (2), ἀτενεῖς (1), δίκη (1), δικαίων (4), δίκαιος (6), δίκαιον (16), δίκαια (5), ἀλίγκιοι (1), νῦν (8), ἐνδίκοις (1), ὡς (3), ὀλίγῳ (1), τυχεῖν (1), ἀτίμους (1), ἐπέγημε (1), οὐσίας (1), ἃ (1), δίκαιός (1), λέγειν (1), τοῦτό (1), ὅστις (1), τοῦτο (1), Φανόστρατον (1), ἤδη (5), οὕτως (1), δίκαι᾽ (2), δίκῃ (1), δίκαιόν (2), δικαίους (5), ἄρτι (9), δῆτα (1), ὥσπερ (9), μανθάνεις (1), ὁδὶ (1), νυν (1), οὕτω (1), κἀντὶ (1), ὅπερ (1), μόνον (2), γὰρ (1), μόνος (1), δικῶν (1), πλὴν (1), δρᾶσον (1), αὐτὸ (1), δικαίου (2), δῆλον (1), λέγει (1), αὐτὴ (1), ἀλλὰ (1), τότε (1), ὅτι (1), ἐλαπρός (1), δικαίοις (1), δίκαιοι (2), χθιζινὸν (1), οὐδὲν (2), τρόπον (1), ἀδιάφορον (1), μόνης (1), ὁρισμὸς (1), ἐπεὶ (1), ἄρτιον (1), κίνησις (1), ἐπιστήμης (1), ὅμοιον (1), ἀλλ᾽ (1), καὶ (2), δὴ (1), που (1), τοῦ (1), αὐτὸ τοῦτο (1), τε (1), νυνδὴ (2), ὀρθῶς (2), δικαιότερον (1), τοῦ δικαίου (1), ἐνδίκων (1)
- Latin : invictaque (1), iam (1), iustus (1), iustitiam (5), quasi (1), pium (1), aequi (1), iusta (1)
- English : right (1), anyway (1), just now (2), virtuous (1)
- français : rien qu ' (1), en ce moment (1)
- Deutsch : erst (1), eben (1), unfehlbar gerecht (1), nur (1)
- فارسی : تازه (1)
- Español : justos (1), solo (1)
- italiano : appena (1)
- Akkadian : i-ša-ár-ti (1), i-ša-ar-ti (3), i-ša-ar-tim (1), ša (1), i-šar-ti (1), mi-šá-ri (1), i-šar-tú (1)