fool (English)
Frequency: 22
Translations:
- فارسی : جاهلی (1), ابلهی (1)
- Ἑλληνική : λαβὼν (1), σκαιότατον (1), μῶρε (1), ἠλίθιος (1), ἀνοήτως (1), μώρους (1), παραφρονοῦντος (1), ἀκαρεῖ (1), οἴει (1), σκαιὸς (1), ληροῦντι (1), ληρεῖς (2), ἀφραδίῃσιν (1), ἀμαθέα (1)
- Latin : ludicre (1), inepte (1)
- English : in folly (1), worthless and ignorant (1), you fool (1)