daring (English)
Frequency: 41
Translations:
- العربية : جريئـةً (1)
- Ἑλληνική : τλᾶσα (2), τολμᾶν (1), θρασὺς (3), τολμῶν (1), τολμῶντα (1), θράσους (1), τόλμημα (1), τόλμῃ (1), θράσος (2), θαρρεῖν (2), θρασύς (4), παρωνυμιάζεται (1), θάρρη (1), θρασεῖς (2), θρασύτητος (1), θαρροῦσιν (1), νεανικώτατον (1), τόλμαν (1), τόλμης (2)
- français : courage (1)
- Latin : audāciae (5), audāx (3), audācia (1)
- English : the boldness (1)