committed
(English)
Frequency: 15
Translations:
- Ἑλληνική : καταχρήσασθέ (1), ἐποίησαν (1), Ἐπίλυκος (1), παροινῶν (1), εἰργάσθαι (1), ἐποιούμην (1), τοιοῦτον (1), ποιήσειν (1), δίκαιός (1), ποιήσαντα (1), διεπράξατο (1)
- Latin : strēnuī (1), strenui (1)
- Tamil : nadannu (2)