bought
(English)
Frequency: 24
Translations:
- Ἑλληνική : ἔδωκε (1), ἐπρίατο (2), πριαμένου (1), πριάμενος (1), ἀργύριον (2), πριάμενοι (1), πρίασθαι (3), ἐπριάμην (1), παχεῖς (1), ἐωνημένον (1), ἠγόρασεν (1), ἀγοράζοντες (1), ινσυπερ (1), ινιυριις (1), ἐκτήσατο (2)
- Latin : coempto (1), empto (1), sunt empti (1)
- English : to buy (1)