advantage (English)
Frequency: 16
Translations:
- Ἑλληνική : ἐπιτήδειον (1), κέρδος (2), πλέον (1), ὕστατός (1), προεῖχε (1), πολυωφελῶς (1), πλεονεξίαν (1), ἐκέρδαινον (1), χρείαν (1), †πλέονες (1), συμφέρειν (1), συμφέρον (1)
- Latin : utilitas (1), bonum (1)
- Español : utilidad (1)