their
(English)
Frequency: 656
Translations:
- Ἑλληνική : τὰς (70), τὰ (32), αὐτῶν (35), τῶν (7), τὴν (66), τοὺς (62), τοῦ (2), τὸν (4), αὐτοῖς (25), τῆς (3), τῷ (5), αὐτοῦ (2), τῆς τῆς (1), αὑτῶν (8), τὼ (2), τῇ (3), συμφορᾶς (1), εὔφρων (1), προσικνεῖται (1), οἰκείας (1), χώρᾳ (1), φρονημάτων (1), αὐτοῖσι (2), ἐπιστρεπτὸν (1), οἱ (10), στερεῖ (1), οπόροις (1), ἔθραυον (1), φράξαντες (1), ὅπλοισι (1), ὡρκωμότησαν (1), χερσὶν (1), ὅπλων (1), σφε (1), κτημάτων (1), φορούμενοι (1), νεκροὺς (1), φονορύτῳ (1), στι (1), μεταγνούς (1), πολισσούχων (1), ἡγεμὼν (1), ὕβριν (1), ἕκαστός (1), ἐλέγχειν (1), σφίσι (2), σφετέρας (1), ἔχθρας (1), σύμμαχοι (1), αὐτῆς (1), αὐτῷ (4), ἐκείνοις (1), σφετέρους (2), καθεστῶτες (1), τἀναντία (1), ἀπειρία (1), σφίσιν (2), σφῶν (4), ἑαυτῶν (5), οὑπὶ (2), πόλεων (1), . (1), αἰδοίοισι (1), αὐτοὶ (3), αὐτοῖσιν (1), ἐναντίω (1), τε (2), ἱερόθυτον (1), διαίτας (2), χοἰ (1), τεγῶν (1), σείειν (1), κεφαλὰς (1), οἵπερ (1), σῶμα (1), ἐξωπλισμένη (1), αὐτοὺς (3), σφῷν (1), ἀναχωρήσῃ (1), ἀξιώματα (1), σφᾶς (1), ἐναντιώτατα (1), διαψηφίζονται (1), νεωσοίκων (1), ἡσυχάζειν (1), ἐσύλων (1), φορεῖν (1), αὐτούς (1), οἳ (1), χώραν (2), μεντις (1), υχορις (1), ξυραμ (1), αὑτοὺς (1), ἑαυτοῖς (1), χαλεποὶ (1), χεῖρα (1), περιπεφθείς (1), ἐπιρρύξας (1), μισθὸν (1), ἡσυχάζει (1), εὐθέως (1), ἀλλήλων (3), πεπυκνωμένον (1), ἴδιον (1), αὑτοῦ (1), μεταβάλλοντα (1), οἰκεῖα (1), τῶι (1), λαῶν (1), σφετέρῃσιν (7), τοῖσιν (2), σφισι (1), ἑὸν (1), σφᾶς τοὺς (1), νιν (1), κείνων (1), σφι (6), ἧς (2), σφῇσιν (1), τούτων (4), τοῖς (5), περὶ (1), τὸ (1), ἡ (2), ταῖς (2), αὐταῖς (3), ταύτας τὰς (1), ταύτας (1)
- Latin : suas (2), coibat (1), eorum (1), sua (5), suis (15), ipsam (1), suum (2), illis (2), illa (2), cuius (1), apud illos (1), suarum (1), earum (1), eas (4), in (1), esse (1), vitae (1), faciunt (1), suam (2), sibi (2), suo (6), eos (1), oppidis (1), , (1), eā (1), eōrum (3), ea (1), suās (1), specie (2), eius (1), tibi (2), suōs (4), enim (1), illorum (2), ipsorum (1), quorum (1), Quorum (3), suorum (1)
- български : своя (1)
- Ancient Egyptian : n=sn (1), nˀi=w (5), pˀi=w (3)
- Deutsch : ihre (2), ihr (3), ihnen (1), sie (1), denen (1), bei jenen (1), ihrer (2), ihrem (1), ihren (2)
- English : their (5), their own (3), whose (1), men (1), their personal (2), that (1)
- italiano : le loro (1), le proprie (1), loro (3)
- فارسی : آنها (1), خود را (1)
- Español : su (1)
- Gothic : ize (1)
- français : leurs (1)
- 中文 : 人 之 (2), 其 (2)
- Akkadian : ep-še-e-ti- ia (1)