true
(English)
Frequency: 224
Translations:
- فارسی : اصلی (1), درست (2), راست (1), حقیقت (1)
- Ἑλληνική : πιθανὸν (1), ἀληθῆ (21), ἐτήτυμος (2), ἀληθεῖς (1), τἀληθῆ (5), ἐτητύμως (1), ἑλένας (1), ἀληθῶς (6), ἀληθείᾳ (4), κάρτα (1), δικαίως (2), ἀλαθῆ (1), ἀλήθειαν (3), ἀγαθῶν (1), ἀληθείας (2), ἀληθέσιν (2), καταφανὲς (1), μέν (1), ἀληθεῖ (1), πάνυ (1), νωδὸς (1), ψεύσεται (1), φύσει (1), καλούς (1), χοὖτος (1), κατατμηθεὶς (1), θεῶν (1), ἐτύμως (1), οὖν (4), ψεύδει (1), ἐστὶ (1), καλῶς (2), δίκαια (1), ἀληθής (4), αλξιστε (1), ἀληθὲς (13), μέντοι (1), ἀληθές (6), ἀληθὴς (1), ἀληθινοὶ (1), ἀληθινὸς (1), αδεσποτα (1), ἀληθοῦς (2), Ἑκάταιον (1), ἀληθεστάτας (1), ὑπάρχειν (2), λέγουσιν (1), ἀληθεύει (1), Ἀναξαγόρου (1), φύσις (1), ὀρθῶς (1), ὥς (1), μέλι (1), συμβεβηκὸς (1), Ἰλιὰς (1), ἐπιστήμης (1), ἔλαττον (1), οὕτως (2), οὐ (1), εἶναι (1), καίτοι (1), διαμένομεν (1), ἠρέμησις (1), τετράδα (1), οὕτω (1), τὸ ἀληθινὸν (1), νημερτέα (1), ἀληθέα (1), φίλον (4), ἀγαθὸς (1), ἀληθινόν (1)
- Latin : vera (1), veram (1), verumque (1), genuina (1), vero (1), verum (1), verae (2), veraeque (1), est verum (1)
- Português : verdadeira (1)
- 中文 : 真 的 (1)
- Español : la verdad (1), cierto (1)
- English : natural (1), truly (1), these truths (1)
- Coptic : ⲛ̀ⲧⲁⲫ̀ⲙⲏⲓ (1), ⲙ̀ⲙⲏⲓ (1)
- français : vrai (1)
- русский : верное (1)
- Akkadian : ki2-ni-isz-ma (1), ki-num (1), ki-i-nim (3), ki-i-nu (1), ki-i-ni (1), kit-ti (1), ke-e-nu (1)
- Deutsch : wahre (1)