take
(English)
Frequency: 247
Translations:
- فارسی : ببر (3), گیر (7), برد (2), بستان (3), بر (5), نستانم (1), گیرند (3), گرفتند (1), بستانند (1), خود بگیر (1), برگیر (1), زد (1), کش (1), گیرم (1), بگیر (4), نوش (1), ستانند (1), ārad (1), آرَد (1)
- Ἑλληνική : πιθοῦ (2), λάβοι (2), λαβεῖν (6), λάβοιμι (1), κομίζου (1), ἑλεῖν (2), δεχοίμην (1), πράξαντα (1), κῶλον (1), θαρσεῖτε (1), λάβωσιν (2), ᾕρει (1), ἄρασθαι (1), ἑλόμενος (1), αἴρεσθαι (1), λαβὼν (21), ἄγω (4), λαβοῦσαι (1), λαβὲ (6), χρήσασθε (1), παρέλαβεν (1), ἦγον (1), μὲν (2), λήψεται (2), χρώμενοι (1), ἄξαι (1), τὰ (2), πράξεθ᾽ (1), λαβών (9), ἄγων (2), λαβόντα (5), φέρετε (1), λαμβάνουσ᾽ (1), ῥαφανῖδος (1), ἀποδιώξει (1), λαβόντ᾽ (1), λάβοιμεν (1), λαβόντε (1), πηδάλιον (1), ἀπόδυθι (1), αἴρων (1), τοίνυν (2), δὴ (2), λαβοῦσα (2), ἠγόμην (1), ἀφελὼν (1), σιτεῖται (1), ἄγειν (2), τασδὶ (1), ἀράμενος (2), λάμβανε (2), λάβ᾽ (2), λαμβάνω (2), ἀφαιρεῖν (1), ἀφέλωμαι (1), ἀφαιρεῖσθαι (1), ἕλῃς (1), λαβόντες (3), ἄξειν (1), ἀπάξειν (1), δόρπον (1), δέχου (3), χρῆν (1), λαβόντας (2), φέρε (2), λαμβάνειν (1), ἐξαιρήσεται (1), κατάθου (1), λάβοιμ᾽ (1), φάρμακ᾽ (1), ἐκφέρειν (1), χαίρων (1), λαμβάνεις (1), ἕτοιμος (1), λαμβάνετε (1), λάβω (1), λαβέ (2), ἔργον (1), μελήσει (1), λαμβάνωσιν (1), συλλαβόντες (1), ἐπιχειροτονίαν (1), λήψεσθαι (1), λάβωσι (1), λαμβάνουσι (1), ἐπιμελεῖται (1), συμβαίνει (1), ἀπαγαγόντα (1), λάβωμεν (1), λαμβάνοντες (1), παραλαμβάνοντες (1), τρῆμ᾽ (1), κατάθες (1), ἐλεεῖν (1), Λάβης (1), συμβαίνοντα (1), λαμβάνοντας (1), ἕλκεο (1), πέμψουσιν (1), τόδε ἔχων (1), δέξασθαι (1), ἆρον (1), ἐπιμέλονται (2), ἔχειν (2), ἕλωμαι (2), ἔρχομ᾽ (1), ἔχων (1), ἄξεσθαι (1), ἀγαγὼν (1), ἔχοντα (1), ἕλ᾽ (2), ἕλεσθε (2), ἀποφέρεται (1)
- English : draw (1), to accept (1), carried off (1), lift (1), by (1), take (1), carrying away (1)
- Latin : assiste (1), metum (1), ut (1), avectam (1), eripite (1), facere (1), habe (1), obtinebat (1), caperet (2), habe tibi (1), accipe (1)
- 中文 : 以 (1)
- italiano : prender (2)