slavery
(English)
Frequency: 23
Translations:
- فارسی : غلامی (1)
- Ἑλληνική : δουλίῳ (1), δουλίας (1), δούλιον (4), δουλίοισι (1), δουλείας (1), δουλεύοντες (1), δουλείαν (1), ἐδούλευον (1), δουλευόντων (1), δουλίην (1), λατρείας (1), εἴρερον (1), δουλώσας (1)
- English : service (1), in bondage (1)
- Latin : servitio (1)
- русский : неволи (1)