potentially
(English)
Frequency: 36
Translations:
- Ἑλληνική : κατὰ (3), δυνάμει (10), οὐσίαν (2), δύναμιν (3), ἕκαστά (1), οὐσιῶν (1), δυνατὸν (1), ἐνεργείας (1), δυνάμεως (1), ἐνεργείᾳ (2), λεγομένων (1), ἑνός (1), ἓν (2), φάσεις (1), ἐνέργεια (2), οἰκία (1), κίνησιν (1), ὕλην (1), ἀδυνάτου (1)