mortal
(English)
Frequency: 122
Translations:
- Ἑλληνική : θνητὰ (3), θνητοὺς (3), καιρίας (1), καιρίαν (1), καιρίως (1), βρότεια (1), βροτῶν (5), βρότεα (1), βροτείοις (1), βροτὸς (1), βροτός (1), μερόπων (3), θνητοῖσι (3), βροτοῖσι (1), θνητῇ (1), βρότειον (3), θνητὸς (5), θνητὸν (1), μερόπεσσι (1), βροτῷ (1), θνηταῖς (1), ἄνθρωπε (1), ἀνθρώπων (2), τίνας (1), μορταλεμ (1), θνητὰς (1), βροτείας (2), βροτησίαν (1), θνητοῦ (4), καταθνητῶν (1), θνητῆς (2)
- Latin : mortalia (1), humanis (2), populi (1), mediis (1), mortalis (3), mortali (16), communi (3), mortalem (4), homines (2), mortalium (1), mortālium (1)
- English : men (1), he will be mortal (1), mortal (1), a mortal (1), Mortals (1), a man (1)
- italiano : uomo (2)