merely
(English)
Frequency: 39
Translations:
- Ἑλληνική : γλώσσης (1), μόνος (1), μόνον (19), ἐλέγχοντα (1), ταμιεύομεν (1), ἁπλῶς (1), καλοὺς (1), ἀλλὰ (2), ἀλλ᾽ (4), διαιρετός (1), κενῶς (1), ἄλλως (2)
- Latin : solum (1)
- български : само (1)
- 中文 : 而 已 (1)
- Deutsch : bloss (1)