know
(English)
Frequency: 319
Translations:
- فارسی : بداند (1), دانند (4), دانیم (1), داند (1)
- Ἑλληνική : οἶδα (23), γινώσκειν (4), κάτοιδα (1), σαφέστατ᾽ (1), μαθοῦσι (2), κλύοις (1), μαθεῖν (4), εἰδέναι (20), εἰδότας (5), εἰσόμεσθα (1), γνώσῃ (4), ἐπίσταμαι (8), σάφ᾽ (2), οἶσθα (4), ἐπίστᾳ (1), οἶδεν (3), μάθω (1), σύνοιδ᾽ (1), οἶδ᾽ (29), ἴστω (1), πύθηται (1), ἀνδρὸς (1), εἰδῶμεν (3), γίγνωσκε (1), οἶσθ᾽ (5), ἐπίστασαι (2), γιγνώσκεις (3), εἰδυίαισιν (1), πεύσεσθε (1), προυξεπίστασθαι (1), εἰδῇ (3), ἔχω (1), εἴσομαι (3), γνῶθι (1), τοὐπίσημ᾽ (1), γνώσεται (2), εἶσι (1), εἰδὼς (2), πῶς (1), εἰδῆτε (3), γνωρίσητε (1), εἰδόσι (1), συνειδότας (2), ἴστε (8), γιγνώσκων (4), ἴσμεν (8), εἰδότες (3), συνειδότες (1), σύνιστε (1), γιγνώσκετε (1), εἰσόμενοι (1), πυθέσθαι (1), ἐγίγνωσκον (1), οἴδαμεν (1), ἀπορῶ (1), πεπείραμαι (1), ἐπίστασθαι (3), εἰδώς (1), ᾔδη (1), ὅπως (1), οἶδά (3), ᾔδησθ᾽ (2), εἰδῇς (1), ἐξηπίστατο (1), γώ (1), ἐλακωνομάνουν (1), λήσομεν (1), ἴσασιν (7), διαγιγνώσκειν (1), πεπείραις (1), ἐγᾦδα (1), γνῷς (1), ἐγᾦδ᾽ (2), οὕνεκα (1), ἀληθῆ (1), σύνοιδεν (1), εἰδότ᾽ (1), ἀκοῦσαι (1), γάρ (1), φρονεῖς (1), καθεδούμενον (1), προσμαθών (1), εἰδότων (1), γιγνώσκεθ᾽ (1), γιγνώσκομεν (1), λάθῃ (1), εἰδείης (1), γιγνώσκειν (3), γινώσκουσι (1), γιγνώσκουσιν (1), γνωρίζειν (2), γὰρ (1), ᾔδειν (1), γιγνώσκῃς (1), διδάξω (1), γ᾽ (1), ἴσασι (1), γνωρίζουσιν (1), γνωριεῖ (1), ἀγνοοῦντας (1), γιγνωσκομένοις (1), γνωρίζομεν (1), γνωρίζει (1), γνωρίζοντι (1), γνῶμεν (2), οὐδοῦ (1), εἴδετ᾽ (2), ἴσθ᾽ (4), νόμιζε (1), ἴσθι (3), οἶδας (3), γινώσκεις (1), εἰδότος (1)
- Latin : scis (1), sentio (1), te (1), scire (2)
- English : know (3), believe (1), think (2), feel (1), know how to (1)
- 中文 : 知 (4)
- Akkadian : know (4), εἰδότες (1), ti-da (1)
- Deutsch : weiß (1), kennen (1)
- Coptic : ⲉⲓⲙⲉ (1)
- français : sache (1), sais (1)
- Español : saben (2)
- italiano : sapere (2), sappiamo (2), sapete (2), conosco (1), siate sicuri (1), saper bene (1)
- Tamil : bhuthimanmaraya ariyavunnathinal (2)