heard
(English)
Frequency: 120
Translations:
- فارسی : میشنود (1), شنید (4), بشنید (1), شنیده (1)
- Ἑλληνική : ᾔσθοντο (1), ἀκούσας (1), πεπυσμένη (2), ἐπαισθομένη (1), κλύοντας (1), πεπυσμένοι (1), λόγου (1), μαθών (1), ἀκήκοας (3), ἀκήκοεν (1), σασα (1), ἀκούσασ᾽ (2), ἀκούω (1), ἤκουσεν (3), ἀκηκόατε (1), ἀκηκοέναι (1), αἰσθέσθαι (1), πυνθάνομαι (1), οἶδεν (1), ἠκούσαμεν (2), ἀκούσητε (1), ἠκούσατε (2), ἤκουσα (1), ἀκούσαντες (10), ἀκούσειε (1), αἰσθόμενος (1), ἤκουον (1), πεπυσμένων (1), ἀκούειν (1), πυνθάνεσθαι (1), ἀκούσαντας (1), ἤκουσ᾽ (3), πύθοιο (1), ἠκούσατέ (1), ἀκροασάμενος (1), ἤκουσά (1), ἐπύθεθ᾽ (1), ἀκούσῃς (2), ἠκούομεν (1), πύθοιτ᾽ (1), ἠκηκόη (1), ἀκοῦσαι (2), ἀκηκοότα (1), ἤκουσε (4), ἐσάκουσε (1), ἔκλυε (2), ἤκουσ᾿ (1)
- Latin : exaudita (1), audiebat (1), audistis (2), audivi (10), auditur (1), audivit (1), audita (1)
- Coptic : ⲁⲛⲥⲱⲧⲙ (4), ⲁⲕⲥⲱⲧⲙ (1)
- 中文 : 聞 (1)
- français : entendit (1), entendu (1)
- Akkadian : heard (1)
- English : heard (2)