go
(English)
Frequency: 275
Translations:
- فارسی : رفت (3), برو (18), بخرام (1), بیا (1), شدن (2), شوند (2), برد پی (1), رو (6), شد (1), رود (1), شو (1), میرو (1), میروند (1), میرفت (1)
- Ἑλληνική : ἐλθὼν (8), στεῖχε (2), ἕπου (1), ἔρχεσθαι (1), εἶμ᾽ (3), ἴτ᾽ (1), στείχετ᾽ (1), βιβῶντ᾽ (1), ὁμαρτεῖν (1), ἴτε (4), βᾶτε (1), στείχειν (1), ἰοῦσα (2), παρελθών (1), ὁρμώμενον (1), κίε (1), μολών (3), εἶμι (4), ἴμεν (1), δ᾽ (4), στείχουσι (1), ἐλεύσομαι (1), βαίνειν (1), ἰέναι (9), εἰσιέναι (1), ἀπιέναι (3), ᾤχοντο (1), ἦλθες (1), ἰοῦσαν (1), ἦλθον (1), ἐλθεῖν (1), βαδίζειν (2), κᾆτ᾽ (3), ἀπῆλθεν (1), πλείω (1), ἐς (1), βαῖν᾽ (1), βαδιστέ᾽ (1), ἀπέλθοιμ᾽ (1), ἰόντες (1), εἴσειμ᾽ (1), ἀπιὼν (1), στρατεύοιτ᾽ (1), ἴθ᾽ (3), εἴσειμι (1), βαδίζων (2), εἴσιθ᾽ (1), εἶτ᾽ (1), ἴθι (11), ἄπελθε (1), κάρτα (1), ἐλθόντες (1), βάδιζε (1), κἄπειτ᾽ (1), ἰὼν (3), προβαίην (1), λέγε (2), ἔπειτ᾽ (1), κάθησο (1), χωρεῖν (1), ἀπίῃ (1), βῆτ᾽ (1), δειπνήσοντας (1), ἐλθών (1), εἰπέ (1), αὐτίκα (1), ἐλθόντα (1), βαδίσαιμι (1), δαί (1), βαδιοῦμαι (1), χωρῶμεν (1), ἐξόλοισθ᾽ (1), ἴω (1), ἀπέλθῃς (2), χωρεῖς (1), βαδιστέον (1), εἰσίωμεν (2), διῄει (1), μινθῶσαι (1), εἰσελθοῦσα (1), ἄπει (2), χώρει (2), ἔσει (1), ἰών (1), ἐξελθεῖν (1), ἀπόντας (1), εἰᾶθ᾽ (1), ποτ᾽ (1), ἀπέρχεται (1), βαδιεῖ (1), ἐκπεπρισμένα (1), Αἰσχινάδου (1), βαδιοίμην (1), πάλιν (1), περανῶ (1), φθείρου (1), βάδιζ᾽ (2), ἰκρίων (1), κᾆθ᾽ (1), ἄπελθ᾽ (1), κόρακας (1), ἀπέρχονται (1), πορεύονται (1), βαδίζουσι (1), βαδίζουσιν (1), ἀναβαίνειν (1), ἕπεσθαι (1), οἰχήσεται (1), ἄπιμεν (1), δέρματος (1), κάκιστον (1), τρέπεται (1), ἅμα (1), ἴωμεν (1), βαδίζοι (1), ἔλθῃ (1), ἐλθοῦσα (1), μολεῖν (4), ἔρχευ (1), ἴσχει (1), πάμε (1), Πάνε (1), πωλέσκετο (1), πορεύονταί (2), φοιτῶντες (2), ἔλθῃς (1), ἥξεις (2), βείω (1), ἴτʼ (1), ἴασιν (2)
- English : go (3), to go (1), to raid (1), going (1)
- Deutsch : ziehn (1)
- Latin : ex (1), ire (2), perge (2), carpe (1), proficisci (1), egredi (8), ut egredi (1), sit (2), Hanc (1), abi (1)
- български : върви (1)
- français : allant (1), va (1), aller (1)
- العربية : اتيه (1)
- 中文 : 去 (2)
- italiano : d ' andar (1), andar (1), vada (1), esser restituita (1)