former
(English)
Frequency: 96
Translations:
- Ἑλληνική : αὐτοὺς (1), προτέροισι (2), προτέρων (2), πρίν (1), πάλαι (1), πάροιθεν (1), ἀρχαίῳ (1), ποτ᾽ (1), ὁμιλίαις (1), πρότερον (5), μὲν (9), ἐκεῖνοι (1), προϋπάρξασαν (1), ὑπάρχει (1), ἔμπροσθεν (3), ἐκείνῳ (2), ἐκεῖνο (2), ἣ (1), ἐκείνη (1), προτέραν (1), μαθητικώτερα (1), ἐκείνων (2), ἑτέρων (1), ἐκεῖνα (1), ἀϊδίους (1), ὀνόμασιν (1), προϋπάρχειν (1), συνδυαζόμενον (1), πρώτῳ (1), θάτερον (1), λείψανα (1), πρότερα (2), προτέρα (1), πρὶν (1), παλαιῷ (1), παλαιᾷ (2), παλαιὸς (1), πάρος (1), πρόσθεν (3), πρόσθε (2)
- Latin : pristina (1), pristinam (3), longum (1), priora (1), formam (2), prior (1)
- English : before (1), original (1), long-held (1), past (1)
- Español : antiguo (1)
- Ancient Egyptian : ḥˀ . ṱ . w (1)
- Deutsch : früheren (3), vormaliges (1), erstern (1)
- italiano : primitivo (1), innominato (1), primo (1)
- Akkadian : mah-ra (1), maḫ-ri (2), ma-aḫ-ri (4), maḫ-ri-ti (1)