fill (English)
Frequency: 16
Translations:
- Ἑλληνική : πιμπλᾶσι (1), ἄδην (2), πληροῦτε (1), ἐνδεικνύναι (1), δαπανώμενοι (1), ἀναπλήσει (1), κνισᾶν (1), ἐμπίμπλη (1), ἐγχέαι (1), φέρων (1), ἔδωκα (1), συνεπληροῦτο (1)
- English : poured (1)
- Latin : explebat (1)