destroyed
(English)
Frequency: 56
Translations:
- Ἑλληνική : κατέσκαψε (1), κατέλυσεν (1), ἔβαλεν (1), πεπόρθηται (1), φθείροντε (1), ὀλέθριοι (1), ἀπώλεσας (2), ὀλομένας (1), φθεῖραι (1), ἀπώλεσεν (2), ὄλωλεν (2), πρόρριζα (1), ἀπολώλεκεν (1), ἀπολεῖται (1), ἀπολεῖσθε (1), ἐξολωλέναι (1), καταλυθῆναι (1), ἀναιρεῖσθαι (1), φθείρεσθαι (3), φθείρεται (2), ἀναιρουμένου (1), ἀπόλλυσθαι (2), φθαρῆναι (1), φθείρονται (1), ἐφθάρθαι (1), δῆλον (1), ἔπερσεν (1), ἐφθαρμένας (1), ὀλέσαι (1), διέφθειρεν (1), ὄλοντο (4), λωβᾶται (1), ἀπόλοιτο (1), διόλλυσι (1)
- Latin : consumptis (1), exitio (1), laeseris (1), extincto (1), sustulit (1)
- English : has wiped out (1), butchered (1), ruin (1), dead long before (1)
- 中文 : 摧 毁 了 (1)
- français : détruit (1)
- Akkadian : u-sa-al-pi5-tu (1)