could
(English)
Frequency: 227
Translations:
- Ἑλληνική : ἂν (70), δύναιτο (4), πῶς (4), ἆρα (1), ἄν (9), οἷόν (2), ἐξῆν (7), οἰόμενος (1), γενομένην (1), χρὴ (1), τίς (1), εἰπών (1), δυνάμενοι (1), ἐδύνατο (1), οὐδ᾽ (1), ἐδυνάμην (2), οἷός (1), κἀποπαρδὼν (1), οὐδέποτ᾽ (1), πεπύσθαι (1), λαβεῖν (1), ἔχεις (1), κνεφαία (1), ποτ᾽ (2), ἔδεσθ᾽ (1), ἔστ᾽ (1), ἄριστον (1), βουλομάχου (1), ποτε (1), ποι (1), δύναιτ᾽ (1), ἐξῇ (1), οὐ (1), δυνατός (1), ἠδύναντο (1), δύνηται (1), μεμοριαμ (1), πατρις (1), αγαμεμνον (1), ρογαντε (1), κἂν (1), δυνήσομαι (1), πως (1), δύνασθαι (1), δυνήσεσθαι (1), ὄντα (1), δύνατο (1), ἔχω (1), εἶναι δύναιντ᾽ ἂν (1), ἂν ἔχοι (1), ἔχοι (1), οἷοί εἶναι (2), οἷοί τ᾽ εἶναι (1), ἦμεν (1), ἦν δυνατός (1), ἔμελλον (1), γένοιντο (1)
- Latin : possem (2), admissi (1), posse (12), poterat (2), facile est (2), possent (1), potuit (2), est (1), potest (2), posset (7), possit (1), potuerunt (1), poterant (1)
- English : could bear (1), could (1), Could (2), can (1), might be (1)
- Español : podría (1), podía (1)
- italiano : dovessi (2), potessero (1)