contribute (English)
Frequency: 17
Translations:
- Ἑλληνική : ἐπιμελουμένους (1), καταθεῖναι (1), καταθήσεις (1), εἰσοίσει (2), ἐσφέρω (1), συντελεῖν (1), Μυλασσεῖς (1), εἰσενέγκαι (2), εἰσενεγκεῖν (1), συντείνει (1), συμβάλλεται (2), συμβάλλονται (1), συμβάλλεσθαι (1)
- Ancient Egyptian : ir=w (1)