considered
(English)
Frequency: 43
Translations:
- Latin : habetur (1), duxit (1), haberi (1), haberent (1)
- Ἑλληνική : δοκῶμεν (1), δελτουμένας (1), πέφρασμαι (1), ᾤετο (2), ἐνόμισαν (1), ἠξιοῦτε (1), δόξαντα (1), ἀξιῶ (1), βουλεύεσθαι (1), ἐβουλεύετο (1), δοκῶσι (1), ἐδόκει (1), νομίζεται (1), ἡγεῖτο (1), δοκοίη (1), ἐπισκεπτέον (2), [καὶ] (1), σκεπτέον (2), ἔσκεπται (1), δόξειεν (1), δοκοῦσι (1), ὑπολαμβάνεσθαι (1), δοκεῖ (1), ὁρισμὸς (2), τὸ (1), εἰ (1), ἐπεσκοποῦμεν (1), ἐπισκεπτέοι (1), λόγον (1), ἡγούμενος (1)
- Português : à reflexão (1)
- Español : considerarse (1)
- Deutsch : erwogene (1), betrachtet (1), bedacht wird (1)