consent (English)
Frequency: 18
Translations:
- Ἑλληνική : θελούσης (1), σὺ (1), ἑκούσας (1), ἀξιοῖς (1), μνησικακῆσαι (1), βουλοίμεθα (1), πείσοντες (1), πείθεσθαι (1), πείθουσιν (1), ἰδίᾳ (1), φθονῶ (1), ὑπακουόντων (1), ἐθέλει (1), ἀκόντων (1), πείσαντες (1), ἀκούσης (2)
- Latin : consentiente (1)