bringing
(English)
Frequency: 42
Translations:
- Ἑλληνική : ἄγουσά (1), φέρου (1), φέρων (3), κομίζων (1), ἀγωγῆς (1), βοτοῦ (1), εἰσάγω (1), ἄγοντας (1), τιθεὶς (1), διαβολῆς (1), ἄγοντες (1), τὴν (1), φέρεις (1), ἄγουσαν (1), ψευδαγγελήσειν (1), ἐσφέρων (1), δεῦρ᾽ (1), ἥκειν (1), καταγούσης (1), ἐπιφέρων (1), εἰσάγοντες (1), ἄγων (1), ἐπάγων (1), φέροι (1), φέρον (1), φέρουσαι (1), τροφῆς (1), προσαρμόζουσαι (2)
- ქართული : მოგყავს (1)
- English : carrying (1), employs (1), Brought back (1), bringing (1), with (1)
- Latin : exercet (1), ferendum (1)