admit (English)
Frequency: 16
Translations:
- Ἑλληνική : ἐπιδέχεσθαι (1), ὁμολογοῦντας (1), ὁμολογῶ (1), ἐσδέξεται (1), ἐνδεχόμενα (1), ὕστερόν (1), ὁμολογουμένων (1), ἐτέθη (1), στοιχεῖα (1), ἀρχὴν (1), μηκύνειν (1), ὁμολογοῦσιν (1), εἴποι (1)
- Latin : impertite (1), confiteor (1)
- English : tell (1)