accidental (English)
Frequency: 39
Translations:
- Ἑλληνική : ἀκουσίου (1), ἄκων (1), συμβεβηκός (5), συμβεβηκὸς (10), συμβεβηκότων (1), συμβεβηκέναι (2), ἀντιφάσεως (1), συμβαίνει (1), σχῆμα (1), συμβεβηκότα (1), σχήμασιν (1), συμβεβηκότος (3), συμβέβηκεν (1), συνέβη (1), κατὰ (1), ὁμαλυνθῆναι (1), μεθεκτή (1), ὂν (1), ἄπειρα (1), ἐντελεχείᾳ (1), ἐνθένδε (1), κίνησις (1), μεταβολῆς (1)